"Με το που καταλαβαίνουν ότι είναι εκεί η μητέρα μου σηκώθηκαν όλοι όρθιοι και κλαίγανε".
Στην εκπομπή «Καλύτερα αργά» με την Αθηναϊδα Νέγκα, βρέθηκε καλεσμένος τα μεσάνυχτα της Πέμπτης 6 Ιουνίου, ο Γιώργος Αλκαίος.
Ο Ελλαδίτης τραγουδιστής σε μια από τις μετρημένες τηλεοπτικές του συνεντεύξεις, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στην επιστροφή του στη δισκογραφία, αλλά και τις δύσκολες στιγμές που πέρασε στο παρελθόν.
Αρχικά δήλωσε: «Έκανα 11 χρόνια αποχή, γιατί ήθελα να μάθω νέα πράγματα, πώς γράφουν κανονικά μουσική για κινηματογράφο, έκανα σεμινάρια μέσω Skype. Ήθελα να μάθω και με το που έμαθα ήρθε και η ευκαιρία[...]Όταν βλέπω τον εαυτό μου στη Eurovision είναι… άλλος. Έκανα 8 μήνες διατροφή και γυμναστική για να είναι η εικόνα σωστή στην σκηνή της Eurovision με τους χορευτές. Τότε διαλέξαμε γραμμωμένους χορευτές και έπρεπε να φτάσω λίγο κοντά. Δεν με ενδιαφέρει η εμφάνιση, με ενδιαφέρει η υγεία. Έκανα τις εξετάσεις μου και πρέπει να χάσω κιλά. Μέχρι τον Οκτώβρη θα το φέρω στα ίσα του. Τρώω γλυκά, από τον παππού, κληρονομικό».
Για τα παιδικά του χρόνια και τη γνωριμία με τη μητέρα του, σε μεγάλη πια ηλικία, εξομολογήθηκε τα εξής: «Τα παιδικά χρόνια ήταν δύσκολα γιατί τότε δεν υπήρχαν χωρισμένοι γονείς. Ήμουν το μόνο παιδί στο σχολείο. Τώρα θα ήταν άνετο, τότε δεν ήταν. Όταν ερχόταν η γιαγιά μου να με πάρει από το σχολείο έβλεπαν μια μεγάλη κυρία που δεν μπορούσε να είναι η μαμά μου. Τα παιδιά μου έκαναν bullying. Eίχα παράπονο από τη μαμά μου και της το είπα όταν την είδα. Το ρεζουμέ ήταν ότι δύο άνθρωποι δεν τα βρήκαν, ήταν ένα παιδί που τυραννήθηκε λίγο. Μετά τη γνωριμία μας στα 16 μου, κρατήσαμε λίγο επαφή, μετά έφυγα από το σπίτι με τη βοήθεια της γιαγιάς. Κάποια χρόνια δεν επικοινωνήσαμε και μετά έγινα γνωστός. Την πρώτη 5ετία που έγινα γνωστός ήρθαν οι συναυλίες στην Αμερική και η μητέρα μου δεν ήξερε ποιος είμαι. Την πήρα τηλέφωνο και της έκλεισα εισιτήρια για τη Βοστόνη και ήρθε με τον άντρα της και τα τρία της παιδιά. Η ελληνική παροικία της Βοστόνης ήξερε όλη μου την κατάσταση. Με το που καταλαβαίνουν ότι είναι εκεί η μητέρα μου σηκώθηκαν όλοι όρθιοι και κλαίγανε. Εκεί γνώρισα και τα αδέλφια μου. Η μητέρα μου είχε τρία παιδιά και δεν μπορούσα να μπω εγώ στη ζωή της, δεν γινόταν να το κάνω αυτό, γιατί θα είχαν αμφιβολίες».