Αποκάλυψη γνωστού Έλληνα: Ο πατέρας του πέθανε από έμφραγμα την ώρα που έκανε έρωτα με την μητέρα του!


Αποκάλυψη γνωστού Έλληνα: Ο πατέρας του πέθανε από έμφραγμα την ώρα που έκανε έρωτα με την μητέρα του!

Πως περιέγραψε την πολύ προσωπική στιγμή του

Μία πολύ... προσωπική αποκάλυψη έκανε μέσα από άρθρο του πασίγνωστος δημοσιογράφος και συγγραφέας ο οποίος είναι γνωστός για τα αιχμηρά και γεμάτα αλήθειες κείμενά του. Ο ίδιος, σε ένα πολύ συγκινητικό του μήνυμα στο portal, αναφέρεται στα 35 χρόνια ορφάνιας που ζει μιας και έχασε και τους δυο γονείς του, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο έφυγε από τη ζωή ο αγαπημένος του πατέρας. Δεν είναι άλλος από τον αγαπημένο Άρη Δαβαράκη. Διαβάστε παρακάτω το κείμενό του: «Σαν σήμερα, 35 χρόνια πριν, πάνω στην Φθινοπωρινή Ισημερία του 1979, έφυγε από αυτόν τον κόσμο η μητέρα μου, Ιωάννα – που, παρ' ότι γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1928, αυτοχαρακτηριζόταν «βέρα Κερκυραία». Και ο πατέρας της ο Διονύσης Μαργαρίτης και η μητέρα της η Δήμητρα Ντάνου, είχαν γεννηθεί και είχαν μεγαλώσει στο νησί όπου και ξεκίνησε ο μεγάλος τους έρωτας που οδήγησε στην απόφασή τους να μεταναστεύσουν στα 19 τους χρόνια στην Αλεξάνδρεια να φτιάξουν τη ζωή τους.


Πραγματικά, αν υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά στις συμπεριφορές και τις προτεραιότητες των ανθρώπων που συνδέονται με τον τόπο της καταγωγής τους, η μανούλα μου ήταν 100% «Κερκυραία». Οι δυτικές επιρροές ήταν εμφανώς ισχυρότερες από τις ανατολικές και πολύ φοβάμαι ότι η σχέση της με την Αναγέννηση, τον διαφωτισμό και την σύγχρονή της Ευρώπη, ήταν πολύ ισχυρότερη από την σχέση της με το Βυζάντιο, τα πατερικά κείμενα και τα Σμυρνέϊκα ή Πολίτικα μαγειρέματα. Προτιμούσε το σνίτσελ από το ιμάμ-μπαϊλντί και τα σαμπλέ του Παστρούδη από τα γαλατομπούρεκα και τους μπακλαβάδες. Οσο για τον χαρακτήρα της ήταν σαφώς σημαδεμένος από το «βούρλισμα» το καθαρά Κερκυρέϊκο, που συχνά την οδηγούσε σε τεράστιας εντάσεως εντυπωσιακά «ξεσπάσματα» - που δεν κρατούσαν όμως πάνω από κάνα μισάωρο (το πολύ). Αμέσως μετά επανερχότανε στην απολύτως φυσιολογική της κατάσταση και το θεωρούσε δεδομένο πως όλοι εμείς τριγύρω, μεγάλοι και μικροί, συγγενείς και φίλοι, ούτε το είχαμε παρατηρήσει το εκρηκτικό της ξέσπασμα.

Από τότε που με γέννησε, το 1953, μέχρι σήμερα, την αγάπησα τρελλά την Ιωάννα μου – και συνεχίζω να την αγαπάω όλο και περισσότερο όσο περνούν τα χρόνια. Τριάντα πέντε χρόνια «χωρίς οικογένεια» είναι πολλά, αλλά η δύναμη της αγάπης έχει τους τρόπους να γεφυρώνει χάσματα και κενά και να μας ενδυναμώνει όταν η ζωή και ο θάνατος έρχονται και μπλέκονται στην μοίρα και την καθημερινότητά μας - και μας τρομάζουν πολύ. Τρία χρόνια πριν, στα 23 μου, είχε πεθάνει στα 49 του χρόνια και ο πατέρας μου από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, την ώρα που έκανε έρωτα (με την μητέρα μου ευτυχώς). Ήτανε συνομήλικοι οι δυο τους, ούτε έναν χρόνο διαφορά δεν είχανε – και αυτό το τελετουργικό του καθημερινού σεξ δεν είχε σταματήσει στιγμή, ούτε όταν ήρθαμε στην Ελλάδα με χίλιες δυο σκοτούρες, ούτε όταν μείναμε εντελώς άφραγκοι, ούτε με τους καβγάδες, ούτε με τις γκρίνιες που φέρνει μαζί της η πενία. Δεν το κρύβω ότι εμένα αυτό μου την έσπαγε πάρα πολύ, που κάθε μεσημέρι μετά το φαγητό πήγαιναν στο δωμάτιό τους και κλειδώνανε και την πόρτα (έλεος- και με γεμάτο στομάχι!) ή που αργά το βράδυ, επιστρέφοντας από το σινεμά, την «βεγγέρα» σε φίλους ή το χαρτάκι τους, πάλι ξανά-μανά τα ίδια και συνήθως και μετά από καβγά κιόλας, σαν επιστέγασμα και σύνοψη του 24ώρου. Δεν έλεγα τίποτα, έκανα πως δεν καταλάβαινα, αλλά, ναι, το παραδέχομαι, μου την έσπαγε αυτή η κατάσταση. Τώρα ξέρω βέβαια: Ζήλευα. Ήθελα την Ιωάννα αποκλειστικά δική μου (και ο Μιχάλης το ίδιο φυσικά).
Γι' αυτό και δεν στεναχωρέθηκα πολύ όταν πέθανε στις 11 Σεπτεμβρίου του 76 (πάλι 9/11), γιατί ο άντρας του σπιτιού γινόμουνα πια εγώ στα 23 μου. Για την Ιωάννα η απώλεια ήταν μάλλον αβάσταχτη. Μέσα σε δυο χρόνια είχε κάνει μαστεκτομή και τρία χρόνια μετά τον Μιχάλη πήγε και τον βρήκε γρήγορα και βιαστικά, αφού κιόλας είχε σιγουρευτεί ότι θα καταφέρω να τα βγάλω πέρα μιας και ήδη έκανα εκπομπές στο Τρίτο Πρόγραμμα, είχα έναν καλό μισθό και πολλούς αγαπημένους φίλους που θα με στηρίζανε – όπως και έγινε. Τώρα που γράφω και είμαι 61 σκέφτομαι ότι είναι πολλά τα 35 χρόνια «χωρίς οικογένεια» και τα 38 χωρίς πατέρα. Αδέρφια δεν είχα. Και οι συγγενείς, λες και είχε σημάνει γενικό προσκλητήριο από τον άγιο Πέτρο, φεύγανε ο ένας μετά τον άλλον πολύ βιαστικοί, σαν να επρόκειτο να ξαναβρεθούνε αλλού, αλλιώς κι αλλιώτικα, απαλλαγμένοι από αυτό το άγχος της επιβίωσης στην Ελλαδική κοινωνία που δεν την ξέρανε καθόλου. Είχανε πολύ καλούς φίλους εδώ στην Αθήνα – και τους Αλεξανδρινούς που είχαν μετακομίσει την ίδια περίπου εποχή (μεταξύ 60 και 64) και καινούργιους φίλους, Αθηναίους. Αλλά δεν βολευόντουσαν. Είχανε μάθει αλλιώς.

Όλα αυτά τα χρόνια, από το '76 που έφυγε ο Μιχάλης, κυρίως όμως από το '79 που τον ακολούθησε και η Ιωάννα, πέρασα πάρα πολλά, δυσκολίες, ευκολίες, τυχερά, ατυχίες, διάφορα. Και μου έλειψε πολύ η φυσική τους παρουσία, η αγάπη τους, η αγκαλιά της Ιωάννας που ήταν για μένα το πιο ασφαλές καταφύγιο όπου τίποτα κακό δεν μπορούσε να πλησιάσει και καμιά «απειλή» δεν ίσχυε. Αλλά διαπίστωσα με βεβαιότητα ότι παρά την φυσική τους απουσία, η αγάπη τους και η προσπάθειά τους να προλαβαίνουν το κακό με κάθε τρόπο από εκεί πάνω, δεν σταμάτησε στιγμή. Δεν ξέρω αν έχουν σώμα εκεί που διακτινίστηκαν ώστε να κάνουν πάντα έρωτα κάθε μέρα, μέχρι τελευταίας πνοής, το νιώθω όμως πως είναι ακόμα μαζί. Ήταν ζευγάρι με τα όλα του ο Μιχάλης και η Ιωάννα μου – που έφυγε με καθολικό καρκίνο πριν από 35 χρόνια ακριβώς. Τα μοιραστήκανε όλα, χαρές μεγάλες και λύπες πικρές, καβγάδες και αγκαλιές, πλούτη και ανέχεια, όλα τα μικρά και όλα τα μεγάλα.

Είμαι τυχερός πολύ που γεννήθηκα από τον συνδυασμό αυτών των δύο ανθρώπων. Πάρα πολύ τυχερός. Με μάθανε με τον τρόπο τους να αντέχω και να αγαπάω και να μην το βάζω κάτω - μέχρι τέρμα. Μέχρι και τρεις μέρες πριν πέσει σε κώμα και σβήσει η Ιωάννα μου, πήγαινε στη δουλειά της κανονικά – στην ΑΣΠΙΩΤΗ ΕΛΚΑ όπου εργαζότανε σαν ιδιαιτέρα γραμματέας του Διευθυντή της επιχείρησης. Δεν με κούρασε καθόλου. Μου είπε ένα βραδάκι, θα 'ταν 17-18 Σεπτεμβρίου, «βαριέμαι να πάω στη δουλειά αύριο, θα κάνω την άρρωστη». Γέλασα και συμφώνησα μαζί της. Ξάπλωσε, κοιμήθηκε και δεν ξύπνησε. Έπεσε σε κώμα και στις 22 νωρίς το πρωί, την τελευταία στιγμή του καλοκαιριού, πριν προλάβει να μπει το φθινόπωρο, ταξίδευε ήδη για αλλού».

Tags αρης δαβαρακης, μητερα, πατερας, θανατος, ερωτας


# ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ




# Διαβαστε Περισσοτερα




Query time: 2.6188 s (232 Queries.) // Parse time: 0.3029 s // Total time: 2.9218 s // Source: database

×
×
CLOSE X
CLOSE X
CLOSE X